...

...

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Είναι ο ευρωσκεπτικισμός λαϊκιστικός και ακραίος;


Του Βαγγέλη Αγγελή

Ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος κομμουνιστής; Ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου αριστερός;

Αυτονόητες σήμερα οι απαντήσεις και στα δύο ερωτήματα: και οι δύο πολιτικοί, όχι μόνο δεν υποστήριζαν τον κομμουνισμό, αλλά ήταν και επίμονοι αντικομμουνιστές. Κι όμως... Δεν ήταν τόσο αυτονόητο αυτό στην εποχή τους. Οι πολιτικοί τους αντίπαλοι τούς είχαν κολλήσει τη ρετσινιά του φιλοαριστερού, για να τους ταυτίσουν με τα άκρα και να τους αφαιρέσουν την εκλογική τους δυναμική (στον Μεσοπόλεμο είχε εφευρεθεί ο όρος “βενιζελοκομμουνισμός”, ενώ στη δεκαετία του '60 ο Γ. Παπανδρέου είχε κατηγορηθεί για συμπάθειες προς τους κομμουνιστές και διάθεση συνεργασίας με την ΕΔΑ).

Πολλοί εκπρόσωποι του λεγόμενου φιλελεύθερου χώρου, έχουν συχνά την τάση να διαβάλλουν τους αντιπάλους τους (ακόμα και αν αυτοί ανήκουν στην ίδια παράταξη), με ανάλογες ρετσινιές για να τους απαξιώσουν και για να συνεχίσουν να έχουν την υποστήριξη του μεσαίου χώρου. Αν και δε μου άρεσε το Brexit, δε μου αρέσει επίσης και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται τόσο οι υπέρμαχοί του, όσο και οι κάθε είδους ευρωσκεπτικιστές. Στις μέρες μας, η φιλελεύθερη ευρωπαϊκή ελίτ προσπαθεί να απαξιώσει κάθε ευρωσκεπτικιστική φωνή, παρουσιάζοντάς την ως μια λαϊκιστική επίθεση των άκρων, είτε από την άκρα αριστερά, είτε από την άκρα δεξιά. Όχι ότι δεν έχουν αναπτυχθεί και πολλές ακραίες φωνές μέσα στις τάξεις του ευρωσκεπτικισμού (ειδικά από την ακροδεξιά)... Τόσο αυτές όμως, όσο και οι νηφαλιότερες φωνές, μπαίνουν στο ίδιο καζάνι για να οδηγηθεί στην απαξίωση το ευρωσκεπτικιστικό επιχείρημα συνολικά.

Με αυτόν τον τρόπο, οι ευρωσκεπτικιστικές αντιδράσεις ενάντια στην λιτότητα και την ασυδοσία των αγορών, παρουσιάζονται ως ακραίες. Δεν έχει σημασία που αυτές οι αντιδράσεις έχουν υιοθετηθεί από μια μεγάλη πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας ή από την πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών (ήδη από το 2013, δημοσκόπηση της εταιρείας Gallup είχε δείξει ότι πάνω από το 60% των Ευρωπαίων πιστεύουν ότι υπάρχουν καλύτεροι τρόποι για την επίλυση της οικονομικής κρίσης από την λιτότητα, με τα αντίστοιχα ποσοστά στο νότο να κυμαίνονται από 80 ως 94%).

Αυτό που θα προβληθεί στο τέλος είναι ότι την ίδια άποψη μπορεί να την συμμερίζεται και ο ακραίος Νάιτζελ Φάρατζ, ο οποίος μετά το δημοψήφισμα έκανε λόγο για “νίκη των 'πραγματικών ανθρώπων' ενάντια στις πολυεθνικές και τις τράπεζες” ή ότι ο ξενοφοβικός Γκέερτ Βίλντερς σταμάτησε να υποστηρίζει τις πολιτικές λιτότητας στην Ολλανδία από το 2012. Και τελικά, είναι κάπως οξύμωρο, κάθε φορά που κάποιος πάει να ψελλίσει μια κριτική γνώμη για τον άθλιο τρόπο που λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα, να νιώθει πως θα ταυτιστεί από αυτήν την ελίτ και τους υποστηρικτές της με τον Βίλντερς ή την Εναλλακτική για τη Γερμανία, τη στιγμή που ο Βίλντερς και η Εναλλακτική για τη Γερμανία, δεν είναι παρά δημιουργήματα των ακραίων πολιτικών που εφάρμοσε αυτή η ίδια ελίτ και υιοθέτησαν οι υποστηρικτές της.

Ο φιλελευθερισμός υποτίθεται ότι υποστηρίζει την ελεύθερη πολιτική έκφραση, την πολιτισμική ανοχή και την ελεύθερη οικονομία (η οποία συχνά καταλήγει σε “ασύδοτη οικονομία”). Το “ύπουλο” τέχνασμα της σημερινής ευρωπαϊκής ελίτ είναι πως αυτή η επίθεση προς μια συνιστώσα της φιλελεύθερης ιδεολογίας (την ανεξέλεγκτη και χωρίς όρια οικονομική δραστηριότητα), προβάλλεται ως μια συνολική επίθεση στα φιλελεύθερα κεκτημένα: δημοκρατία, πολιτισμική ανοχή κτλ. Η σκοπιμότητα είναι σαφής: να ταυτιστεί ο ευρωσκεπτικισμός με τα πιο αντιδραστικά, σκοτεινά και αντιδημοκρατικά στοιχεία της ΕΕ και συνεπώς να αμαυρωθεί εξ αρχής όλη η ευρωσκεπτικιστική πλευρά.

Πρόκειται για μια απλοϊκή προσέγγιση, δεδομένου ότι ο ευρωσκεπτικισμός αποδεικνύεται ιδιαίτερα περίπλοκη υπόθεση. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι μπορεί να είναι ευρωσκεπτικιστές για τους αντίθετους ακριβώς λόγους. Κάποιοι μπορεί να μισούν την Ευρώπη γιατί τα σύνορά της είναι αρκετά ανοικτά για τους πρόσφυγες, ενώ κάποιοι άλλοι επειδή είναι αρκετά κλειστά. Κάποιοι θέλουν να φύγουν από την ΕΕ γιατί δε δείχνει αρκετή αλληλεγγύη στις χώρες που μαστίζονται από την οικονομική κρίση, ενώ άλλοι θεωρούν ότι έχει επιδείξει ήδη αρκετή αλληλεγγύη.

Και ακριβώς εξαιτίας αυτής της απλοϊκότητάς της, η συγκεκριμένη επικοινωνιακή τακτική έχει και τα όριά της. Για πόσο καιρό ακόμα η πολιτική που στρέφεται ενάντια στην λιτότητα θα ταυτίζεται με μια γραφική ακροδεξιά ή με μια μαρξιστική παλαιοκομμουνιστική αριστερά; (εδώ εντάχθηκε σε επίπεδο επιχειρηματολογίας η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ). Σταδιακά, θα αρχίζει να χαλάει η μανέστρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, έως την ολοκληρωτική του ήττα του από αυτήν την ελίτ, μπορούσε εύκολα να ταυτιστεί με τα «άκρα». Ο τύπος με την κοτσίδα στην Ισπανία, επίσης. Πόσο εύκολο είναι, όμως, να χαρακτηριστεί ως «άκρο» το 52% του βρετανικού λαού; Ή και των υπολοίπων που θα ακολουθήσουν μέσα στους ερχόμενους μήνες;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου